ομιλίες κάτω απ' το σφύριγμα του τρένου: Ζαν-Κλωντ Βιλλαίν



O θάνατος του ποιητή
 


ένας ποιητής είναι νεκρός και δεν γνωρίζουμε· είχε ενώσει τα κομμάτια του τελευταίου του βιβλίου, γράψει ένα τελευταίο ποίημα, ολοκληρώσει τελικά ένα έργο απροσδόκητο· ή ήταν ήδη πεθαμένος για διάστημα μακρύ, πνίγοντας λίγο λίγο τη φωνή του, καλύπτοντας το σιωπηρό του όνομα στον τάφο των ημερών και των ετών· ήταν λοιπόν εξαντλημένες οι συλλογές της μνήμης, εκείνες που επισκεπτόμαστε επιμελώς για να απαριθμήσουμε κάθε φορά τα κομμάτια που λείπουν· ή μήπως είχε παράσχει αυτός επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ότι έζησε για να αφεθεί στο θάνατο· ίσως ένας προς έναν, τον είχαν οι φίλοι του αφήσει, εκείνοι που σήμερα θα έδιναν δίκαιη μαρτυρία·


φυσικά υπάρχουν κι άλλες ακόμα εικασίες· για παράδειγμα, φανταστείτε ένα δοχείο στο οποίο τα ποιήματά του θα είχαν ταφεί ανάμεσα στις στάχτες του· μια άλαλη νεαρή γυναίκα θα είχε την κατάθεση, προσδοκώντας ότι δε θα σπάσει ή θαφτεί από κάποιο είδος τυχαίου γεγονότος· θα μπορούσαμε επίσης να δανείσουμε στον άγνωστό μας μιαν άλλη σταδιοδρομία, δημόσια και ταραχώδη, ομιλητική και ασυνάρτητη, ανακατεύοντας τις λέξεις με τις δημόσιες σχέσεις, υπό άλλα ονόματα, σε άλλους τόπους, επιστρέφοντας από ψηλά στον τόπο των πραγμάτων, νέος αφού πριν είχε υπάρξει γέρος, σπάταλος αφού πριν είχε εξοικονομήσει, και έως μέσα στην ακολασία διαλύοντας στο αίμα του τους κρυστάλλους ενός πηκτώματος· αλλά θα ζούσε τότε λοιπόν, δε θα ήταν ήδη πεθαμένος, για τα καλά· 
κάποτε διάβασα, το θυμάμαι ως σήμερα, την ιστορία ενός ανθρώπου, που όλη του τη ζωή έψαχνε ένα όνομα για να εγκαθιδρύσει εκεί την κατοικία του· έχοντας γίνει γέρος και τυφλός καμωνόταν ακόμα διαβάζοντας βιβλία, ανατρέχοντας σε λεξικά, βέβαιος ότι η λέξη υπήρχε, ότι στο τέλος θα τον συναντούσε· σε εκείνους που τον περιγελούσαν, βλέποντας στην επιμονή του το σημάδι μιας αυξανόμενης τρέλας, όπως και σε εκείνους που τον συμβούλευαν υπομονετικά να τα παρατήσει, καλώντας τον να αναγνωρίσει επιτέλους την πραγματικότητα και τη ματαιότητα της παράξενης αναζήτησής του, έλεγε πως μπορούμε να ζήσουμε, ναι, για μια και μόνη λέξη, και με βάση την πίστη για μια ονομασία που αγνοούμε· η ιστορία ανέφερε, επίσης, ότι θα γινόταν δύστροπος, και μάλιστα ενώπιον μιας αμφισβήτησης, ο ίδιος θα απέρριπτε τους αναγνώστες του, αργότερα βέβαια επισημαίνοντας, με φωνή πια αδύναμη, ότι είχε κάνει λάθος, ότι οι λέξεις δεν υπάρχουν έξω από το στόμα εκείνων που τις έχουν μιλήσει· τότε είπε ότι τα βιβλία έχουν λάθος, ότι είναι καθήκον το εφευρίσκειν· εκείνος δεν το γνώριζε αυτό: υπάρχουν ψευδείς αστέρες που παραπλάνησαν τους αστρολόγους, και μετεωρίτες που έπεσαν αφοπλίζοντας τον πιο παλαίμαχο των περιπατητών· άραγε η λέξη θα ήταν τελικά ο θάνατος που το φάσμα του αποκρύπτει · η συγγραφή δεν ήταν να οδηγήσει παρά στη φθορά και την αμφιβολία· μην είναι και αυτή ακόμα μία εύθυμη σιωπή, μια εγκατάλειψη δίχως την ομοιοκαταληξία της απόγνωσης· ένας ποιητής είναι νεκρός και δεν γνωρίζουμε.



Jean-Claude Villain
«La mort du poète»  (μτφρ. Μαρία Θεοφιλάκου)
από τις ποιητικές αφηγήσεις του βιβλίου 
«Le Marchand d'épices»

Σχόλια